Πυθέας ο αινιγματικός ταξιδευτής
του χώρου και του χρόνου
Όπως είναι γνωστό, οι Έλληνες, μέχρι και σήμερα, άφησαν τα ίχνη τους στη νότια Γαλατία, τη σημερινή Μεσογειακή Γαλλία, για να θυμίζουν την πολιτιστική και πολιτισμική προσφορά τους στο σύγχρονο Γαλλικό έθνος. Η παράδοση αυτή έχει υιοθετηθεί επίσημα από τον Δήμο των Μασσαλιωτών, οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά την παλαιά τους καταγωγή, τον πολιτισμό τους, τις ρίζες τους, αλλά και την αξία του Εύξενου, του Πυθέα και του Ευθυμένη. Πολλοί θεωρούν, μάλλον βάσιμα, ότι οι άνθρωποι, ατομικά και συλλογικά, υπακούοντας σε διάφορες αναγκαιότητες και βαθύτερα αιτήματα, για επιβίωση, για επέκταση, για περισσότερη ισχύ, όπως και σε αρχέγονες ορμές για μετακίνηση, αναζήτηση και διακινδύνευση, προβληματίζονται, ταξιδεύουν, μετεγκαθίστανται, και μεταναστεύουν. Φαίνεται πως άνθρωπος και εξερεύνηση, χωρική ή πνευματική, είναι σύμφυτα και δομικά στοιχεία του, που λειτουργούν σε μία αέναη διαδικασία ζωής, εξέλιξης και βελτίωσης
Ιστορικά, όλοι οι Μεσογειακοί Λαοί για χιλιετίες, οργάνωναν και εκτελούσαν ταξίδια, εξερευνητικούς, εμπορικούς και επενδυτικούς πλόες, πολεμικές, επιστημονικές και πειρατικές αποστολές και εκστρατείες, όπως και μεγάλα σχέδια για αποικισμούς και εποικισμούς εντός της Μεσογείου θαλάσσης, γύρω από αυτήν, αλλά και πιο μακριά, πέρα από το Γιβραλτάρ, στον Ατλαντικό ωκεανό.
Ίσως, όπως είναι μάλλον αποδεκτό, φαίνεται να κινήθηκαν προς τα βόρεια, προς τις Κασσιτερίδες νήσους (Βρετανικές νήσοι, Ιρλανδία κλπ), ίσως και βορειότερα, φτάνοντας μέχρι τις παρυφές του Βόρειου Πόλου, αλλά και προς τα νότια, περιπλέοντας και την Αφρική. Ακόμα, πολλοί θεωρούν, και ίσως έχουν δίκιο, ότι κάποιες εμπορικές και εξερευνητικές αποστολές των Μεσογειακών λαών έφτασαν πολύ μακρύτερα, όπως και στην Ισλανδία και στη Γροιλανδία, όπως, ίσως, και στην Αμερική. Όλο το προηγούμενο υπόστρωμα, μέσα από μία διαδρομή χιλιετιών, συμπυκνώνεται στις μεγάλες προσπάθειες των Φοινίκων, των Καρχηδονίων, των Ετρούσκων και των Ελλήνων, όταν, πλέον, όλοι αυτοί, όπως και οι Αιγύπτιοι, σχετίζονται με την άνοδο και κυριαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας. Αυτή δημιουργεί μία νέα εποχή όχι μόνο στο χώρο της Κεντρικής Ασίας, αλλά και της Μικράς Ασίας, της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων, της Βόρειας Αφρικής και ολόκληρης της Μεσογείου, με συνέπεια οι περισσότερες ελληνικές μικρασιατικές πόλεις-κράτη, να αντιμετωπίσουν σημαντικά προβλήματα και διλήμματα.
Έπρεπε, λοιπόν, είτε να επιλέξουν να υποταχθούν στην Περσική Αυτοκρατορία, έστω απολαμβάνοντας τοπική και εσωτερική αυτονομία, αλλά με επαχθείς όρους, είτε να φύγουν από την περιοχή, ολοκληρωτικά, μη ανεχόμενοι την Περσική κυριαρχία. Όμως, η Φώκαια, η οποία είχε ιδρυθεί, κυρίως, από παλαιά Ιωνικά γένη των Αθηνών (9oς αιών. π.Χ), στο σύνολό της, επέλεξε τη φυγή και την οριστική εγκατάλειψη, μετά από περίπου τρείς αιώνες μόνιμης εγκατάστασης στη Μικρά Ασία(539 π.Χ). Τελικά, υπό την καθοδήγηση του Μαντείου των Δελφών, και μετά από πολλές περιπέτειες και συγκρούσεις με τοπικούς λαούς, και κυρίως με τους Καρχηδονίους, έφθασαν στην Κορσική και στις Μεσογειακές ακτές της Κελτικής Γαλατίας, στη νότια Γαλλία, στη σημερινή Μασσαλία, μία παράκτια, απομονωμένη, και φυσικά προστατευμένη περιοχή, ιδανική για αποίκηση και εγκατάσταση,
Σύμφωνα με την παράδοση και τους τοπικούς θρύλους, που μεταφέρονται μέσω των αιώνων, φαίνεται πως επικεφαλής του αποικιστικού στόλου των Ελλήνων ήταν ο Εύξενος (ή κατ’άλλη εκδοχή ο Σίμος και ο Πρωτής), ο οποίος μετά από ένα μακρύ και περιπετειώδες ταξίδι, κατέπλευσε στον Λακυδώνα Λιμένα (σημερινή Μασσαλία), στο έδαφος του τοπικού βασιλιά Νανν (ή Νάνος), που κατοικούνταν από αυτόχθονες Λίγυρες/Σεγοβρίγους (Κελτικά φύλα), οι οποίοι θεωρείται πιθανόν ότι είχαν, ήδη, έλθει σε επαφή με, κυρίως, Φοίνικες, Ετρούσκους, Ίβηρες αλλά και Έλληνες εμπόρους και εξερευνητές.
Σύμφωνα, με το μύθο, όταν ο Εύξενος (ή/και ο Πρωτής, ως συναρχηγός) και οι Ίωνες άποικοι έφτασαν στην περιοχή, για να ζητήσουν να εγκατασταθούν μόνιμα, συνέπεσε ακριβώς εκείνη την ημέρα ο βασιλιάς, να ήταν απασχολημένος με την προετοιμασία του γάμου της κόρης του Γύπτιδας, και έτσι αναπάντεχα, καλεσμένοι στο δρώμενο βρέθηκαν, μεταξύ των άλλων μνηστήρων, και οι Έλληνες φιλοξενούμενοι. Κατά θεϊκή συγκυρία, ο Εύξενος (ή ο Πρωτής) θα επιλεγεί από την κόρη του βασιλιά Νανν για σύζυγός της. Αυτός θα του προσφέρει, ως δώρο, μια έκταση γης κοντά στις εκβολές του Ροδανού ποταμού, όπου δημιουργείται μία νέα πόλις-κράτος, η Ιωνική Μασσαλία (600 π.Χ.).
Έτσι, λοιπόν, η Μασσαλία, που στην ακμή της ανέδειξε περίφημους ωκεανοπόρους, μέσα στους αιώνες, και μέχρι την συμμαχία/υποταγή της στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (1ος αιώνας μ.Χ), θα εξελιχθεί, σε σημαντικό εμπορικό και ναυτικό κέντρο της Μεσογείου, επεκτείνοντας την επιρροή της ως την Κελτική, τη Λιγυρία και την Ιβηρική, ιδρύοντας αποικίες και εμπορικούς σταθμούς, ενώ θα καταστεί μεγάλη αρτηρία πολιτισμικών και πολιτιστικών ανταλλαγών και μετάδοσης του ελληνικού πολιτισμού στο εσωτερικό των λιγότερο καλλιεργημένων και εκπολιτισμένων λαών και περιοχών, στην περιφέρεια της νότιας Γαλατίας και των δυτικών ακτών της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Εντός αυτού του πλαισίου, θα κινηθούν, πιθανόν την ίδια περίοδο, οι Μασσαλιώτες θαλασσοπόροι, εξερευνητές και γεωγράφοι, Πυθέας και Ευθυμένης, ο ένας προς τα Βόρεια, τη Δυτική Ευρώπη και τη Θούλη, ίσως και τη Βαλτική, τη Σκανδιναβία και την «περιφέρεια του Βόρειου Πόλου» και ο άλλος προς τα Νότια, ακολουθώντας την Αφρικανική ακτογραμμή, φθάνοντας μέχρι τις εκβολές του ποταμού Νίγηρα, ίσως ή πιθανότερα του Σενεγάλη. Οι ανακαλύψεις του περιγράφονται σε ένα γνωστό βιβλίο, με τίτλο «Περίπλους», αποσπάσματα του οποίου σώζονται, σε αναφορές άλλων συγγραφέων.
Για τον Πυθέα, όμως, ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία είναι γνωστά για τη ζωή του, εκτός από το ταξίδι ή τα ταξίδια του έξω από τη Μεσόγειο θάλασσα(330-320 π.Χ.), που γνωρίζουμε μέσα από τις εκπληκτικές περιγραφές, και παρατηρήσεις που κατέγραψε στα «Περί Ωκεανού» και «Γης Περίοδος», που δυστυχώς, όμως, ελάχιστα αποσπάσματα διασώθηκαν από Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς, που και αυτά, αιώνες μετά, αμφισβητήθηκαν από αρκετά υστερόχρονους (Πολύβιος και Στράβωνας), θεωρώντας τον «παραμυθά», δηλ. «Πυθέα», εφόσον θεωρούσαν αδύνατη την πραγματοποίηση αυτών των ταξιδιών, με τα μέσα της εποχής.
Σύμφωνα, όμως, με ιστορικές περιγραφές, ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης, ο ιστορικός εξερευνητής και γεωγράφος (4ος π.Χ.), που οι δραστηριότητές του συμπίπτουν χρονικά με την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ανατολή, με τα ταξίδια και τις ανακαλύψεις του, υπερβαίνει ακόμα και τα ταξίδια των Αργοναυτών, του Ηρακλή, του Διονύσου, αλλά και του Οδυσσέα. Αν και η διαδρομή που ακολούθησε ο Πυθέας, επιχειρώντας το παράτολμο για την εποχή ταξίδι του, δεν είναι επακριβώς γνωστή, το πιθανότερο είναι πως αναχωρεί με το πλοίο του «Άρτεμις», από τη Μασσαλία, διαπλέει τις Ηράκλειες στήλες, σήμερα στενά του Γιβραλτάρ, ανεβαίνει κατά μήκος των ακτών της Ισπανίας, εξερευνά τις μικρονήσους του Ατλαντικού στη Δυτική Γαλλία, προχωρά προς τη Μάγχη και περιπλέει την Αγγλία. Αρκετοί ιστορικοί θεωρούν πως φτάνει μέχρι τη σημερινή Ισλανδία (ταυτίζεται με τη μυθική Θούλη), περιπλέει τα Βαλτικά και Σκανδιναβικά παράλια, κινούμενος ίσως και βορειότερα, φτάνοντας στον «Έσχατο Βορρά», την «πεπηγυία θάλασσα», την παγωμένη (πηχτή) θάλασσα, την «εσχατία του κόσμου», και ακόμα παραπέρα, ίσως, αποκτώντας έτσι τεράστια εμπειρία και γνώσεις για στεριές και θάλασσες, εκτός του (κυρίως) ακατοικημένου και πολιτισμένου κόσμου, δηλ. της Μεσογείου.
Είμαστε, πλέον, βέβαιοι ότι πραγματοποίησε τα ταξίδια του, στηριζόμενοι σε κάποιες αιτιάσεις: πρώτα, γιατί στο εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμά του «Φυσική Ιστορία», ο Ρωμαίος μελετητής Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (περίπου 400 χρόνια μετά) αναφέρει πολύ λεπτομερώς σ’ ένα έργο που είχε γράψει, το «Περί Ωκεανού και Γης», όπου εκτιμά την παλιρροϊκή ένταση στις ακτές της Βρετάνης, μέσω του ρυθμού της και προφανώς είχε μία πολύ καλή θεωρία για να εξηγήσει τους ρυθμούς της παλίρροιας σε σχέση με τη Σελήνη. Και είναι σχεδόν βέβαιο πως η επίδρασή της στις παλίρροιες ήταν γνωστή, ήδη, από τον 4ο π.Χ. αιώνα, χάρη στον Πυθέα. Για να στηρίξει τις απόψεις του, ο Πλίνιος, επικαλείται συγκεκριμένα αποσπάσματα του βιβλίου του Πυθέα.
Επίσης, έχουμε μία ακόμη αφήγησή του (Πλίνιος), σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Πυθέα, για τη μικρότερη διάρκεια της ημέρας, και της ηλιοφάνειας, ανάλογα με την εποχή, όταν πηγαίνοντας βορειότερα, προς το Βόρειο Πόλο και τα ψυχρότερα κλίματα και ύδατα. αναφέρει πως είδε τον ήλιο να ανατέλλει αμέσως μετά τη δύση. Επιπλέον, αποδεικνύεται και από άλλους ιστορικούς, πως ο Πυθέας ανακάλυψε και την έννοια του γεωγραφικού πλάτους, ανακάλυψη που φαίνεται να την συστηματοποίησε πρώτα ο ίδιος
Σήμερα, και σύμφωνα με τα προηγούμενα δεδομένα, στην πόλη αυτή στέκονται υπερήφανα πάνω στο βάθρο τους τα αγάλματα των Πυθέα και Ευθυμένη αντικρίζοντας την θάλασσα. Η Μασσαλία τους τίμησε όσο και η παγκόσμια ιστορία ως σημαντικούς και πρωτοπόρους επιστήμονες, εξερευνητές και γεωγράφους. Άλλη μια ελληνική πόλη, εκτός του ελλαδικού κορμού, η οποία ανέδειξε και τίμησε τους «ανθρωποθεούς», τους οικιστές και τους γεννήτορές της, με ακριβοδίκαιο τρόπο, πράγμα που σημαίνει πως κάποιοι επιδιώκουν να γνωρίζουν το παρελθόν τους, ώστε να κατανοούν καλύτερα το παρόν τους και να θέτουν υψηλές υποθήκες για το μέλλον τους. Οι αγώνες και οι αγωνίες του μεγάλου θαλασσοπόρου, εξερευνητή και επιστήμονα Πυθέα, που ταξίδεψε από τη Μεσόγειο στον Ατλαντικό, μπορεί να αμφισβητήθηκαν, ίσως, από κάποιους σύγχρονους και «ομοτέχνους» του, όμως, τελικά, φαίνεται ο Πυθέας, ο αινιγματικός ταξιδευτής του χώρου και του χρόνου, πως κατάφερε να ταξιδέψει όχι μόνο μέχρι τα «σύνορα του τότε κόσμου», αλλά και μέχρι τα «όρια της τότε επιστήμης».
What's Your Reaction?
Brigadier of the Greek Army – Analyst