Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
2
Επίσημο δείπνο στη «Μεγάλη Βρετανία». Σαμπάνια και ορεκτικά πριν οι καλεσμένοι καθίσουν στο τραπέζι. Στη φωτογραφία τα ζεύγη Καρέλλα, Μανουηλίδη-Πιέρρη, Θωμά Δοξιάδη και δεξιά με άσπρα η Έλσα Λαμπράκη, μητέρα του μετέπειτα μεγαλοεκδότη Χρήστου Λαμπράκη. (Φωτ. αρχείο Ευγένιου Πιέρρη).
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
28 Ιουνίου 1953, χορός στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο. Κυρίες και κύριοι, μέλη και φίλοι του ΕΙΟ ενδεδυμένοι άψογα. Η φωτογραφία ανήκει στην πρέσβειρα κ. Γιόλα Νικολαρείζη η οποία απεικονίζεται στο μέσον της σειράς των ορθίων έχοντας δεξιά της τον Τ. Ραζέλο και αριστερά τον Θεόδωρο Κωνσταντή Ζαρίφη.
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Μάιος 1952, επίσημη δεξίωση στον «Παρνασσό». Από τις νεαρές κυρίες, πρώτη από αριστερά προς τα δεξιά, η Ζοζεφίνα Κιάπε-Μπογδάνου, μία από τις πιο αγαπητές φυσιογνωμίες της κοσμικής Αθήνας και δεξιά με τα γυαλιά ο Θεόδωρος Κωνσταντής Ζαρίφης, μετέπειτα γνωστός χρηματιστής στην Ελβετία. (Φωτ. αρχείο Ευγένιου Πιέρρη).
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Τέλη δεκαετίας 50. Ετήσιος χορός στη μεγάλη αίθουσα τελετών και εκδηλώσεων του συλλόγου «Παρνασσός» παρουσία του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και της τότε βασίλισσας Φρειδερίκης. Τα χαμόγελα δεν θα κρατούσαν για πολύ. 3-4 χρόνια αργότερα αυτές οι δύο ισχυρές προσωπικότητες θα βρίσκονταν αντιμέτωπες η μία με την άλλη. (Φωτ. αρχείο Γεράσιμου Ζώρα).
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Η κοσμική Αθήνα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια
Από τα πρώτα μεταπολεμικά χρονιά, καθώς οι Γερμανοί και ο Εμφύλιος αποτελούσαν παρελθόν, η καλούμενη bonne société d’Athènes, (μιλούσαν ακόμη τότε τη Γαλλική στα επώνυμα σαλόνια), θέλοντας να ξορκίσει όσα φοβερά είχε βιώσει λίγο καιρό πριν, φόρεσε τα καλά της και με κάθε ευκαιρία που της δινόταν, οργάνωνε χορούς και δεξιώσεις στα σπίτια της αλλά και στα μεγάλα αθηναϊκά ξενοδοχεία της Πλατείας Συντάγματος, τη «Μεγάλη Βρετανία» και το «King George», και της Κηφισιάς, το «Απέργη», το «Cecil» και το «Πεντελικόν», που τον Δεκέμβριο του 1944 είχαν υποστεί μεγάλες καταστροφές από τους άνδρες της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Το τίμημα σε ανθρώπινες ζωές που πλήρωσε η Ελλάδα στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν από τα βαρύτερα στην Ευρώπη. Εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί από τις πολεμικές συγκρούσεις σε ξηρά και θάλασσα, από τους βομβαρδισμούς, την πείνα και τις εκτελέσεις, από το μαρτυρικό Ολοκαύτωμα και το μεγάλο ξεκλήρισμα στα στρατόπεδα του Θανάτου. Και σαν να μην έφθαναν αυτά τα δεινά ακολούθησαν τα χρόνια του Εμφυλίου για να συμπληρώσουν με αίμα, μίση και τρόμο, τη φρίκη της ναζιστικής συμφοράς που τόσο βάναυσα είχε διαλύσει τη χώρα.
Έτσι, όταν απελευθερώθηκε ο τόπος από τις γερμανικές ορδές και έληξε ο Εμφύλιος σπαραγμός, οι Έλληνες, σε όποια κοινωνικοοικονομική τάξη και αν ανήκαν, ένοιωσαν -καθώς έφευγε από πάνω τους το βάρος του πολέμου- την ανάγκη να γίνουν ξανά δημιουργικοί άνθρωποι και να χαρούν, ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητές του, την κάθε στιγμή της καθημερινότητάς του.
Και αυτό το ξέσπασμα δημιουργίας και χαράς της ζωής εκδηλώθηκε κυρίως στις μεγάλες πόλεις της χώρας και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Και φυσικά το βίωσαν εντονότερα οι «έχοντες και κατέχοντες» -η λεγόμενη «επάνω τάξη»- καθώς αυτοί διέθεταν περισσότερα μέσα (όσα βεβαίως τους είχαν απομείνει), από τον απλό καθημερινό πολίτη που είχε χάσει σχεδόν τα πάντα στη διάρκεια της μαύρης Κατοχής.
Ακόμη λαμπρές δεξιώσεις δίνονταν και στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ», του αρχαιότερου πολιτιστικού συλλόγου της πρωτεύουσας, που στη διάρκεια της Κατοχής «φιλοξενούσε», δια της βίας βεβαίως, το Γερμανικό Στρατοδικείο.
Σε κάποιες απ’ αυτές τις εκδηλώσεις του ιστορικού πολιτιστικού συλλόγου παρευρίσκονταν και οι βασιλείς, ο Παύλος και η Φρειδερίκη, οι οποίοι ήταν ιδιαίτερα κοινωνικοί σε αντίθεση με τον προκάτοχό τους, τον Γεώργιο Β’, που ήταν ένα αυστηρό και μάλλον κλειστό άτομο.
Στα πολυτελή μέγαρα της αθηναϊκής high society που διασώζονταν ακόμη τότε στην περιοχή των ανακτόρων, του Κολωνακίου και την Κηφισιά οργανώνονταν συχνά εντυπωσιακές χοροεσπερίδες όπως εκείνες της οικογένειας Σταθάτου στο αρχοντικό τους στη συμβολή των οδών Ηροδότου και Αλωπεκής. Φορώντας μακριά οι κυρίες και σμόκιν οι κύριοι έσπευδαν να επιδείξουν τις χορευτικές τους ικανότητες και να απολαύσουν ένα θαυμάσιο δείπνο πριν αρχίσει ο χορός. Στις ξακουστές βραδιές στους Σταθάτους προσφέρονταν στη ντάμα του καλλίτερου χορευτικού ζεύγους βαρύτιμα βραβεία, όπως ήταν το διαμαντένιο δακτυλίδι που κέρδισε μία φορά η καλλίγραμμος κυρία Μερκάτη έχοντας καβαλιέρο της τον Δημήτρη Ράλλη, έναν από τους πιο «σικ» κοσμικούς εκείνων των χρόνων.
Ενα από τα πιο μεγάλα κοσμικά γεγονότα της αθηναϊκής high society ήταν η καθιερωμένη πρωτοχρονιάτικη δεξίωση που παρέθετε στο αρχοντικό του στο Χαρβάτι το ζεύγος Λεβίδη, ο Μέγας Αυλάρχης Δημήτριος και η σύζυγός του Τούλα Μπότση. Και φυσικά οι καλεσμένοι τους ανήκαν στην κορυφή της πυραμίδας της τότε κοσμικής Αθήνας καθώς παρόντες πάντα σε αυτές τις λαμπρές δεξιώσεις ήταν οι βασιλείς. Έτσι και την Πρωτοχρονιά του 1961 το ζεύγος Λεβίδη οργάνωσε τη επίσημη δεξίωσή του και την επομένη έγραφαν οι κοσμικές στήλες σε γλώσσα καθαρεύουσα:
«Οι Βασιλείς, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, οι τ. Βασιλείς της Ρουμανίας, η Βασιλομήτωρ Ελένη της Ρουμανίας, αι Πριγκίπισσαι Σοφία και Ειρήνη και ο Πρίγκιψ Μιχαήλ ετίμησαν το γεύμα και την εν συνεχεία δεξίωσιν που εδόθη την πρώτην του έτους υπό του Μεγάλου Αυλάρχου και της κ. Δημητρίου Λεβίδη εις την οικίαν των, εις το Χαρβάτι. Ακόμη παρευρέθησαν: Ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως και η κ. Κ. Καραμανλή, ο υπουργός Εξωτερικών και η κ. Ευ. Αβέρωφ, η Μεγάλη Κυρία της Αυλής κυρία Μαίρη Καρόλου, ο Αυλάρχης της Βασιλίσσης και η κ. Παύλου Λελούδα, ο Τελετάρχης και η κ. Α. Σταθάτου, αι Κυρίαι επί των Τιμών κ. Κουντουριώτη και δνις Ελένη Κορυζή, ο στρατηγός Παπαδιαμαντόπουλος, ο ίππαρχος και η κ. Βλαδιμήρου Λεβίδη, ο επίτιμος Τελετάρχης και η κ. Ι. Ιατρίδη, ο κ. και η κ. Κ. Τσαλδάρη, πολλά μέλη του Διπλωματικού Σώματος […], ο πρίγκιψ Σαπιέχα, ο κ. και η κ. Χρήστου Ζαλοκώστα, ο κ. και η κ. Ι. Σερπιέρη ο κ. και η κ. Ρηζ και άλλοι και άλλοι».
Εντυπωσιάζει πράγματι το πόσοι φανταχτεροί τίτλοι και αξιώματα υπήρχαν στη Βασιλική Αυλή εκείνα τα τόσο δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια.
Είναι …πανελληνίως γνωστό ότι από τους πιο δραστήριους κοσμικούς της εποχής ήταν ο Ζάχος Χατζηφωτίου, ο οποίος με την ιδιότητα του δημοσιογράφου φρόντισε, πολλά χρόνια αργότερα, να αφήσει στο αναγνωστικό του κοινό, εν είδει παρακαταθήκης-αναμνήσεων, ένα εντυπωσιακό βιβλίο-αρχείο φωτογραφιών της αθηναϊκής κοσμικής ζωής το οποίο κυκλοφόρησε με τον τίτλο «ΙΑΚΧΟΣ», το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο Ζάχος όταν έγραφε στο περιοδικό «Ταχυδρόμος».
Στις τότε παρέες του Ζάχου συγκαταλέγονταν η εκρηκτική Μελίνα Μερκούρη, η πάντα κεφάτη Μάγια Καλλιγά, η Λόλα Τσουκάτου και η αδελφή της Μαίρη Μπενάκη, η Μαίρη Πεσκετζή, τα ζεύγη Νίκης και η Τζίκα Φιλίνη, Γιώργος και Άννα Τακοπούλου, Λάλας και Μίκη Μεσολωρά και άλλες και άλλοι, τους οποίους ο περιορισμένος χώρος ενός άρθρου είναι αδύνατον να χωρέσει.
Ένας άλλος αρκούντως κοσμικός, τον οποίον όμως ο κόσμος γνώριζε ως σπουδαίο στρατηλάτη και όχι ως «οικότροφο» των σαλονιών, ήταν ο μεγάλος θαυμαστής του ωραίου φύλου Στρατάρχης και πρωθυπουργός της χώρας Αλέξανδρος Παπάγος, που ήταν πάντα καλεσμένος στις επίσημες δεξιώσεις. Παρά το αυστηρό του ύφος και τη στρατιωτική του νοοτροπία, ο Παπάγος απολάμβανε κατά βάθος τις κοσμικές συγκεντρώσεις, ιδίως αν τύχαινε να παραβρίσκονται εκεί κάποιες ωραίες κυρίες.
Αλλά η μεγάλη αδυναμία του Παπάγου ήταν η «Ωραία των Ωραίων», «La Belle des belles» όπως την αποκαλούσαν οι ακόμη τότε γαλλομαθείς Αθηναίοι, η περίφημη Νάντια Ρηζ, σύζυγος του προέδρου της «ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΩΝ» Ουίλι Ρηζ.
Έγραφε ο Χατζηφωτίου για την κυρία Ρήζ:
«Όταν η Νάντια Ρηζ έμπαινε σε μία δεξίωση ή σε ένα κέντρο, δεν υπήρχε περίπτωση άνθρωπος να κοιτάξει ο,τιδήποτε άλλο πέρα από αυτό το σπάνιας ομορφιάς πλάσμα». Και στα λόγια του αυτά δεν υπήρχε καμία υπερβολή γιατί η Νάντια ήταν πράγματι ο τέλειος συνδυασμός: «πλάσμα σπανιότατης ομορφιάς, και ανεπιτήδευτης αρχοντιάς».
To πιο αγαπημένο night club της υψηλής κοινωνίας εκείνα τα χρόνια ήταν η «Αθηναία» που τον χειμώνα λειτουργούσε σε μία υπόγα του επιβλητικού Μεγάρου Εμπειρίκου, στο νούμερο 6 της οδού Πανεπιστημίου, και το καλοκαίρι «κατέβαινε» στον Ιππόδρομο, στο ΔΕΛΤΑ του Παλαιού Φαλήρου.
H «Αθηναία» ήταν δημιούργημα μίας συντροφιάς γνωστών κοσμικών, μεταξύ των οποίων o αδελφός της Μελίνας, Σπύρος Μερκούρης, ο εκ Κερκύρας έλκων την καταγωγή, ξάδελφος του γράφοντος, κόντε Σπύρος Φλαμπουριάρης (καμία σχέση με τον γνωστόν πολιτικό κύριο Φλαμπουράρη – ένα «ι» κάνει όλη τη διαφορά), ο Άρης Πάμπανος, ο Γιώργος Δημητριάδης και ο βιομήχανος Νίκος Χαρίλαος, που είχε ταυτίσει τη ζωή του με το διεθνές jet set και την προβολή στο εξωτερικό, μέσω των απίστευτων γνωριμιών του, της πτωχής πλην εντίμου ακόμη τότε Ελλάδας. Ονόματα γνωστά και τρανταχτά στην μεταπολεμική Αθήνα και, πλέον, παντελώς άγνωστα στους σημερινούς «κοσμικούς». Εν πάση περιπτώσει, η «Αθηναία», υπό τη διεύθυνση ενός ικανότατου κηφισιώτη επιχειρηματία, του Κώστα Κατσίμπα, κέρδισε πολύ γρήγορα τα πρωτεία στη νυχτερινή ζωή της πόλης.
Ο θαυμαστός κόσμος της περίφημης υπόγας της Πανεπιστημίου 6, ζωντάνευε κάθε βράδυ με τις αξέχαστες φωνές του Γιάννη Βογιατζή και της Ζωίτσας Κουρούκλη και τους ρυθμούς της ορχήστρας του Λεβ Κανακάκη. Αλλά οι καλλίτερες και πιο τρελές στιγμές της ήταν στη διάρκεια του καρναβαλιού, τότε που μαζευόταν εκεί la Crème de la Crème (η «αφρόκρεμα») της Αθήνας. Τα γραφόμενα του Ζάχου Χατζηφωτίου σε ένα άρθρο του στην «ΕΣΤΙΑ» μαρτυρούν του λόγου το αληθές.
«Οι Απόκριες στην «Αθηναία», ειδικά γύρω στο 1950, τότε που, εκτός του Λεβ, έπαιζε και η καταπληκτική βραζιλιάνικη ορχήστρα του «Φον Φον», ήταν κάτι που δεν νομίζω να υπήρχε όμοιό του σε άλλο μέρος της γης. Το τέλος της Αποκριάς ήταν ένα τρελό πανηγύρι που κρατούσε για πολλά βράδια μέχρι τις πρωινές ώρες.
Ενδυματολογικώς εκείνες οι βραδιές απαιτούσαν φράκο για τους κυρίους, και «ντόμινα» με μάσκα και γάντια και πάσης φύσεως πανάκριβες γυναικείες τουαλέτες για τις κυρίες. Ιδιαίτερα τότε, οι μάσκες δημιουργούσαν περίεργες καταστάσεις που καταλήγανε σε κάποιες περιώνυμες γκαρσονιέρες, καθώς οι κύριοι υπόσχονταν να μη βγάλουν τις μάσκες από τις κυρίες.
Έτσι, όταν γύρω στα ξημερώματα επιστρέφαμε στην «Αθηναία» μετά από τους κρυφούς φλογερούς εναγκαλισμούς στις «φωλιές» μας, κανείς δεν ήξερε τι είχε συμβεί μεταξύ μας, διότι οι μάσκες παρέμεναν στα πρόσωπα των κυριών μέχρι να επιστρέψουν σπίτι τους».
Η «Αθηναία» δεν ήταν το μοναδικό night club που συγκέντρωνε τους εκλεκτούς της πρωτεύουσας τις ημέρες των Αποκριών. Υπήρχαν και άλλα, μετρημένα στα δάκτυλα και πολύ καλά clubs, όπως το «Ακροπόλ» στο ομώνυμο ξενοδοχείο και το «Coronet», στο «King’s Palace» στη γωνία Βασιλίσσης Σοφίας και Πανεπιστημίου, που έμειναν γνωστά στην ιστορία της νυκτερινής Αθήνας για τα ξέφρενα αποκριάτικα πάρτυ τους.
Με τη φωτογραφία της μασκαρεμένης παρέας στο «Coronet» κλείνει αυτό το άρθρο που εξιστορεί, πολύ συνοπτικά είναι η αλήθεια, την κοσμική ζωή των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων της τότε αθηναϊκής High Society. Μίας Society που ήταν πολύ διαφορετική από τη σημερινή …..«υψηλή κοινωνία» και σίγουρα πιο high απ’ αυτή των ημερών μας. Για ποιο λόγο τούτο το τελευταίο; Πολύ απλά, γιατί η παλιά «υψηλή κοινωνία» στηριζόταν κυρίως στη γνήσια και ανεπιτήδευτη αρχοντιά και το πραγματικό κοινωνικό status και όχι στη δύναμη του χρήματος που, φευ, είναι, εν πολλοίς, η βασική έγνοια των σημερινών «επωνύμων» και των λεγόμενων «μεγάλων οικογενειών» του 21ου αιώνα.